Ιστορία του Χωριού



Η ΔΑΦΝΗ (ΣΤΡΕΖΟΒΑ)

(ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ)

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΟΧΗ, ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ,

ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ, ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821, ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

 

 

 

«Στρέζοβα»

Το όνομα Στρέζοβα σαν τοπωνύμιο υπάρχει από τον 7ο αιώνα και αποδίδεται στους Σλάβους που ήρθαν στην περιοχή. Στη γλώσσα τους σημαίνει δάσος με βελανιδιές, τόπος γεμάτος πουρνάρια, πρίνους, βελανιδιές (όλα αυτά είναι συγγενή επειδή η βελανιδιά είναι είδος δρυς), Στρέζοβα λοιπόν θα πει “δάσος με δρυς”.

Δόθηκε το όνομα αυτό στην ορεινή και δασώδη αυτή περιοχή ως απλό τοπωνύμιο, χωρίς δηλαδή να υπάρχει αρχικά οικισμός. Φεύγοντας οι Σλάβοι, το τοπωνύμιο παρέμεινε και όταν αργότερα χτίστηκε από ντόπιους οικισμός λόγω του τοπωνυμίου της περιοχής, δόθηκε η ίδια ονομασία “Στρέζοβα” στον οικισμό. Ο αρχικός οικισμός πρέπει να δημιουργήθηκε περίπου στα 800-900 μ.Χ. φωλιασμένος μέσα σε καταπράσινο δάσος από βελανιδιές στους πρόποδες του βουνού Αϊ Μάμας.

 

 

«Αρχαία Εποχή»

Την αρχαία εποχή στην θέση της σημερινής Δάφνης δεν υπήρχε οικισμός. Όλη η περιφέρεια της καλύπτονταν από το Δάσος του Σόρωνος και ανήκε διοικητικά στο κράτος του Αρχαίου Κλείτορος. Η Περιφέρεια της Στρέζοβας, ολόκληρη η επαρχία Καλαβρύτων, καθώς και η επαρχία Γορτυνίας, συνιστούσαν το τμήμα της Αρχαίας Αρκαδίας που είχε το όνομα Αζανία. Εδώ υπήρχαν οι αρχαίες πόλεις  Κλείτωρ, Ψωφίς και Κύναιθα και πολυπληθής συνοικισμοί υπαγόμενοι στις παραπάνω πόλεις, όπως Λουσοί, Πάος, Πεντέλειον, Λυκούρια, Νάσοι , Λυκούντες, Σκοτάνη κ.α.

 

 

«Βυζαντινή Περίοδος»

Στην Βυζαντινή περίοδο, προ Φραγκοκρατίας, η Στρέζοβα αν και ήταν μεγάλο χωριό, δεν μνημονεύεται πουθενά. Μνημονεύεται όμως αμέσως μόλις ήρθαν οι Φράγκοι, επειδή αυτοί όλη την Πελοπόννησο την διαίρεσαν σε Τιμάρια τα οποία και κατέγραψαν. Μετά την ανακατάληψη το 1321, από τους Βυζαντινούς, παρέμεινε επί βυζαντινής κυριαρχίας μέχρι το 1458, τότε φαίνεται να κτίστηκε το Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας Στρεζόβης και η Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.

 

 

«Φραγκοκρατία»

Η Στρέζοβα είναι καταγεγραμμένη στα χαρτιά των Φράγκων κατακτητών της Πελοποννήσου το 1205. Αποτελούσε ένα από τα 24 Τιμάρια της «Βαρωνίας της Άκοβας» η οποία με τη σειρά της ανήκε στο Πριγκιπάτο του Μορέως (ή της Αχαΐας).

Το πριγκιπάτο του Μορέως ήταν ένα από τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα Φραγκικά κράτη. Είχε το πιο δυνατό και ωραίο κάστρο το “Χαλμούτσι”, στρατό δυνατό και οργανωμένο με περίφημο ιππικό. Το πριγκιπάτο είχε πλούτο και δύναμη αλλά και δικό του Νομισματοκοπείο. Πρωτεύουσά του ήταν η “Ανδραβίδα”. Πρώτος πρίγκιπας της Αχαΐας, δηλαδή Ηγεμόνας, ήταν ο Γουλιέλμος Σαμπλίττης (1205-1209). Τον διαδέχθηκε ο Γοδοφρείδος Βιλλαρδουΐνος (1210-1218), τον οποίο διαδέχθηκε ο υιός του Γοδοφρείδος Β’ (1218-1246) τον οποίο διαδέχθηκε ο αδελφός του Γουλιέλμος Βιλλαρδουΐνος.

Ο Γουλιέλμος Βιλλαρδουΐνος γεννήθηκε στο κάστρο της Καλαμάτας, που ήταν τιμάριο του πατέρα του, μιλούσε πολύ καλά τα Ελληνικά και είχε παντρευτεί, σε τρίτο γάμο, Ελληνίδα. Φθάσαμε στον Γουλιέλμο Βιλλαρδουΐνο διότι αυτός μοίρασε τη Βαρωνία της Άκοβας.

Το Πριγκιπάτο διαιρέθηκε σε δώδεκα βαρονίες (προνίες), έκαστη βαρονία σε ιπποτικά τιμάρια (Φιε Καβελάρια). Οι βαρονίες δόθηκαν σε ευγενείς οι οποίοι είχαν λάβει μέρος ενεργό στην Σταυροφορία, τα δε τιμάρια σε ιππότες οι οποίοι είχαν βοηθήσει στην κατάκτηση της Αχαΐας.

 

Οι δώδεκα βαρονίες ήταν:

• Πατρών

• Καρύταινας

• Βοστίτσας

• Πασσαβά

• Χαλανδρίτσας

• Νυκλίου

• Καλαβρύτων

• Βελιγόστης

• Άκοβας: τιμάρια 24

• Γερακίου

• Καλαμάτας - Αρκαδίας

• Γριτζένης

 

«Η βαρονία της Άκοβας»

Στη βαρονία της Άκοβας η Στρέζοβα αποτελούσε ένα από τα τιμάριά της. Ήταν από τις επισημότερες βαρονίες λόγω στρατηγικής θέσης και λόγω σπουδαιότητας.

Έδρα είχε το “κάστρο της Άκοβας” πλησίον του σημερινού χωριού Βυζίκι της Δημοτικής Ενότητας Τροπαίων.Η Βαρονία δόθηκε αρχικά στον Γωτιέρο Α’ ντε Ροζιέρ (1205) τον οποίο διαδέχθηκε ο Γωτιέρος Β’ ντε Ροζιέρ που αφέντευσε μέχρι το 1263 όπου και πέθανε άτεκνος. Κληρονόμος αυτού ήταν η ανιψιά του Μαργαρίτα (κόρη της αδελφής του που είχε σύζυγο το Βαρώνο του Πασσαβά), η οποία μετά από περιπετειώδη εξέλιξη (ομηρία, δικαστήρια κλπ.) έλαβε το 1/3 της Βαρονίας (8 τιμάρια), πέντε Δημόσια (είναι τα ανήκοντα εις την Ηγεμονία) και 3 ομάτζια (τα ανήκοντα στους ιππότες Λιζίους “υποτελείς του Ηγεμόνος”). Τα υπόλοιπα 2/3 (16 τιμάρια) μαζί με το 1/2 της Στρέζοβας, ο Ηγεμόνας Γουλιέλμος Βιλλαρδουΐνος τα έδωσε στην κόρη του και αυτή Μαργαρίτα.

 

Τα πέντε Δημόσια ήταν τα ακόλουθα:

·         Από την περιφέρεια Καλαβρύτων το τιμάριο Γουναριάνικα (Guerraine) και το τιμάριο Γουμενίτσα (Guomenice).

·         Προς το μέρος του Ακόβου το τιμάριοτης Κόκοβας (Coconax).

·         Προς τη Χαλανδρίτσα το τιμάριο της Juliane.

·         Στον κάμπο του Μορέως, το τιμάριο της μικρής Γαστούνης (Petite Gastoigne).

·         “Ομού το χωρίον Κερπινή και το ήμισυ της Estransses” (encemble le casal de la Charpigny et la moitie d’ Estransses) (γαλλικό χρονικό §526).

 

Τα τρία ομάτζια ήταν:

·         Το τιμάριο Βάλτου (La Valte), τα χωριά Γλανιτσιά (Regranice) και Παραλλογκοί (Coscolomby).

·         Το τιμάριο της Λιζαρέας και το ήμισυ του τιμαρίου των δύο χωριών Τοπόριστα (Toporice) και Βλάχοι (Valagues).

·         Το ήμισυ από το τιμάριο του χωριού Σκούρα (του πρώην Δήμου Τριταίας).

 

Το τιμάριο Στρέζοβας - Κερπινής με το Γαλλικό όνομα Estransses de charpigny είναι η Στρέζοβα. «Estransses = Στρέζοβα».

 

Περί αυτού δεν υπάρχει καμία αμφιβολία διότι:

1.    Οι Φράγκοι μη μπορώντας να προφέρουν τα ονόματα με την τοπική τους προφορά τα διέστρεφαν και τους έδιναν Γαλλική μορφή. Ιδιαίτερα όπου υπήρχε στις λέξεις το γράμμα Ζ ή το Ξ το αντικαθιστούσαν κατά κανόνα με δύο ΣΣ για ευκολότερη προφορά όπως Prevesse αντί για Πρέβεζα, Nissi αντί για Νάξος, Stressova αντί για Στρέζοβα. Μόνο στην επίσημη γλώσσα την ονόμαζαν Estransses, όπως την αναφέρει το Γαλλικό Χρονικό. Με το ίδιο όνομα αναφέρεται κατόπιν σε χάρτες και βιβλία. Παρατηρούμε ότι τα δύο S του Stressova τα έβαλαν στο Estransses, όσο για το Ε που έβαζαν μπροστά, αυτό το συνήθιζαν να το βάζουν στα ονόματα για να γίνεται ευκολότερη η προφορά.

2.    Το χωριό Estransses δεν αναφέρεται σε κανένα άλλο μέρος του πριγκιπάτου εκτός από εδώ.

3.    Το ήμισυ της Estransses παραχωρήθηκε στην κληρονόμο Μαργαρίτα μαζί με το χωριό Κερπινή που δείχνει φανερά ότι πρόκειται για χωριά των οποίων τα κτήματα συνόρευαν. Την άλλη μισή Στρέζοβα ο Γουλιέλμος την έδωσε στην κόρη του Μαργαρίτα μαζί με τα υπόλοιπα 15 τιμάρια.

Την χρονική περίοδο εκείνη κτίστηκε στον Λάδωνα το περίφημο της “Κυράς το Γεφύρι” για να συνδέσει τα τμήματα του τιμαρίου (Στρέζοβας - Κερπινής). Εν κατακλείδι το χωριό μας το αυθέντευαν εκείνο τον καιρό πρώτα οι Γωτιέροι Α’ και Β’ 1205-1263 και εν συνεχεία οι δύο Μαργαρίτες οι οποίες δεν είχαν καμία συγγένεια μεταξύ τους. Κατόπιν αυτών οι κληρονόμοι τους αυθέντευαν το χωριό μας μέχρι ανακαταλήψεως από τους Βυζαντινούς το 1321 και παρέμεινε επί Βυζαντινής κυριαρχίας μέχρι το 1458 όπου η βαρονία της Άκοβας περιήλθε οριστικά στους Τούρκους. Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι η Στρέζοβα είχε την ίδια με σήμερα μεγάλη κτηματική περιφέρεια γι’ αυτό και είχε διαιρεθεί σε 2 τιμάρια.

 

 

«Τουρκοκρατία»

Σύμφωνα με την Τουρκική διοικητική διαίρεση όλος ο Μοριάς αποτελούσε ένα “Σατζάκιο” που το κυβερνούσε ένας Βαλής (Μόρα Βαλεσή). Το «Σατζάκιο» είχε διαιρεθεί σε Καζάδες». Μία από τις «Καζάδες» ήταν η επαρχία Καλαβρύτων με πρωτεύουσα τα Καλάβρυτα, όπου έμενε ο Τούρκος έπαρχος «Βοεβόδας» και ένας χριστιανός κοτζαμπάσης. Οι «Καζάδες» διαιρούνταν σε «Σέμτια» (διαμερίσματα) και κάθε «Σέμτι» σε «Καλέμια» (χωριά). Ο Καζάς των Καλαβρύτων είχε διαιρεθεί σε 4 «Σέμτια» όπου ένα από αυτά ήταν το «Σέμτι Λειβαρτζίου» και η Στρέζοβα ήταν «Καλέμι» του διαμερίσματος αυτού. Η διοικητική αυτή διαίρεση διατηρήθηκε και επί επανάστασης και χρησίμευε για την στρατολογία, την είσπραξη φόρων, τις προμήθειες για τον αγώνα κλπ.

Σε κάθε χωριό υπήρχε ένας «Πρωτόγερος» ή «Προεστός». Ο «κοτζαμπάσης» και οι προεστοί φρόντιζαν για την είσπραξη των φόρων. Κυριότερος φόρος ήταν το «Χαράτσι» το οποίο πλήρωναν οι άνδρες χριστιανοί ως τιμωρία επειδή δεν είχαν προσχωρήσει στον Ισλαμισμό, κατόπιν η «Δεκάτη» από τα προϊόντα της χρονιάς, παρ’ όλο που τα καλύτερα κτήματα τα είχαν καταλάβει αυθαιρέτως Τούρκοι Μπέηδες και Αγάδες και πολλά χωριά ήταν πλέον «Τσιφλίκια» τους.

Στο τέλος της Τουρκοκρατίας η Στρέζοβα ήταν τσιφλίκι του Ασήμ-Αγά από την Τρίπολη. Ο πολυχρονεμένος Αγάς, ουσιαστικός αφέντης και τύραννος, είχε στο χωριό το επιβλητικό «κονάκι» του. Σωζόμενο μέχρι και σήμερα τριώροφο οίκημα στο κέντρο του χωριού το οποίο μετά την απελευθέρωση περιήλθε διαδοχικά στο Δήμαρχο Παΐων Κων. Τσολάκη, στον Ν. Καρούση και τον Χαραλ. Π. Μπουσιούτη. Σήμερα λειτουργεί ως ξενοδοχείο και ανήκει στην οικογένεια Ανδρέα Κ. Μπουσιούτη. Ο Ασήμ-Αγάς, τον Μάρτιο του 1821 όταν άρχισαν στην επαρχία Καλαβρύτων οι επαναστατικές εχθροπραξίες εναντίον των Τούρκων, στο Μοστίτσι (όπου είχε και εκεί τσιφλίκι) και φοβούμενος, ξεκίνησε για την Τρίπολη, συνοδευόμενος από σωματοφύλακες, οι οποίοι όμως τον σκότωσαν επάνω από τη Χόβολη στην περιοχή Ανάργυρος.

 

«Η Στρέζοβα στην Επανάσταση»

Η Στρέζοβα δεν υστέρησε στον Εθνικό Αγώνα του 1821, συμμετείχε ολόψυχα από την πρώτη στιγμή, όπως όλη η Επαρχία Καλαβρύτων και στρατιώτες πρόσφερε και με όλους τους τρόπους βοήθησε. Σε 62 υπολογίζουν τους ενόπλους Στρεζοβινούς, εκ των οποίων αναδείχθηκαν ο Λεονάρδος ή Αναγνώστης Πιτσουνάς ή Σπηλιόπουλος (ιδιαίτερος γραμματέας του Κωλέττη και κατόπιν Λοχαγός “Φάλαγγας”) και ο Αναστάσιος Σπηλιόπουλος ο οποίος έλαβε “Σιδηρούν Μετάλλιο”.

Εντός των πρώτων δέκα ημερών της Επανάστασης οι Τούρκοι της επαρχίας εξαφανίστηκαν, άλλους σκότωσαν και άλλοι διέφυγαν προς Τρίπολη. Στο Λεβίδι έγινε η πρώτη νικηφόρα μάχη της Επανάστασης, στις 14-15 Απριλίου 1821.

Αξίζει τον κόπο να αναφερθούμε. Το Λεβίδι ήταν το κλειδί για μια λυσσώδη επίθεση που θα έκαναν οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς κατά της Επαρχίας Καλαβρύτων, που υπήρξε η πρώτη εξεγερμένη περιοχή. Γι’ αυτό κατελήφθη αμέσως από τους Καλαβρυτινούς οπλαρχηγούς τον Ασημάκη Καλτσά, τον Κωνσταντίνο Πετμεζά, τον Αναγνώστη Πιτσουνά (επικεφαλής Στρεζοβινών ανδρών μεταξύ των οποίων ο παπά Στάθης Δημητρακόπουλος, ο παπά Αναστάσης Σακελλαρίου και ο Γιαννάκης Κότας) και μερικούς άλλους. Στις 12 Απριλίου έφθασαν εκεί και οι άλλοι Καλαβρυτινοί οπλαρχηγοί υπό τον Σωτήρη Χαραλάμπη (με Καλαβρυτινούς και λίγους ντόπιους) ο οποίος είχε αναγνωρισθεί ως αρχηγός των όπλων της επαρχίας. Οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς 2.500 πεζοί και πολύ ιππικό, επιτέθηκαν εναντίον αυτών, οι οποίοι, 500 περίπου, υπό την αρχηγία του Χαραλάμπη, αντιστάθηκαν ηρωικώς επί δύο ημέρες, αναγκάζοντας τους Τούρκους σε υποχώρηση. Στην μάχη αυτή σκοτώθηκε ο γέρο Στριφτόμπολας από την Κέρτεζη. Οι Στρεζοβινοί υπό τον Πιτσουνά έφυγαν από το Λεβίδι για του Λάλα και έλαβαν μέρος στην πολιορκία του, με πόστο ευθύνης το Πούσι.

Εκτός του Πιτσουνά (από όσους αναφέρονται) έλαβαν μέρος οι εξής:

 

·         Ασημάκης Σπηλιόπουλος, υπαξιωματικός

·         Διονύσιος Ντεϊμεντές

·         Λιάκος Τράπαλης

·         Κυριαζής Κουραβέλας

·         Δημήτριος Παπουτσάκος

·         Γεώργιος Σιάσιος σκοπευτής (σκότωσε τον Τούρκο σκοπευτή),

·         Ιωάννης Παναγιωτακόπουλος

·         Θεόδωρος Κοκοράκης

·         Αθανάσιος Αρβανίτης ή Σαμπάς

·         Κωνσταντίνος Μαστρομπαλάσης

·         Μαυραειδής Λάππας

 

Από το Πούσι έφυγαν για το Βαλτέτσι κατά παραγγελία του Κολοκοτρώνη. Η μεγάλη συμφορά για την Στρέζοβα ήταν οι επιδρομές του Ιμπραήμ, ο οποίος αφού προηγουμένως είχε αλωνίσει όλη την επαρχία σφάζοντας, αιχμαλωτίζοντας, λεηλατώντας και πυρπολώντας, το θέρος του 1826 πλησίασε στη Στρέζοβα και ένα τμήμα του στρατοπέδευσε στο Στένωμα κοντά στην Ποδογορά (Πουρναριά). Οι Στρεζοβινοί εγκατέλειψαν το χωριό και σκόρπισαν στα γύρω βουνά, αφού πρώτα φρόντισαν να φύγουν τα γυναικόπαιδα, προβάλλοντας αντίσταση καθυστέρησαν τους Τούρκους.

Οι Τούρκοι σκότωσαν πέντε Στρεζοβινούς και άλλους τόσους αιχμαλώτισαν. Άρπαξαν όλα τα ζώα, όλα τα κινητά πράγματα και έκαψαν πολλά σπίτια.

Αργότερα (15-26 Σεπτεμβρίου 1826) επανέρχεται ο Ιμπραήμ για την σοδειά των εύφορων περιοχών Στρεζόβης, Παγκρατίου και Τριποτάμων. Στρατοπέδευσε στην Κακάσσοβα και άρχισε πάλι επιδρομές, λεηλασίες και πυρπολήσεις, καίει πάλι τη Στρέζοβα, καθώς και τα άλλα χωριά Νάσια, Βεσίνι, Σκούπι, Τσαρούχλι και Χόβολη. Η Στρέζοβα κάηκε δύο φορές υπό τον Ιμπραήμ πλην έξι οικιών, εκ των οποίων η μία ήταν «Τσιφλίον Τούρκικον» και προ του αγώνος κατοικούσε σε αυτή ο Αγάς Μουκαπελετζής. Οι Στρεζοβινοί κατά τον Ιερό Αγώνα, έλαβαν μέρος σε πολλές μάχες (Λεβιδίου, Λάλα, Πάτρας, Καλαβρύτων, Βαλτετσίου, Ακράτας, Τρίπολης, Κορινθίας, Μεσολογγίου κ.α.), εκεί όμως που έχυσαν πολύ αίμα ήταν στην ξακουστή «μάχη στα Τρίκορφα», όπου έπεσαν πολλοί, μεταξύ των οποίων ο παπά-Στάθης Δημητρακόπουλος, ο παπά-Αναστάσης Σακελλαρίου, ο Γιαννάκης Κόττας, ο Αναγνώστης Γαρουφάλης, ο Θεοδωράκης Λιάρος, ο Αποστόλης Παπαπανάγου.

Ένα ακόμη ιστορικό γεγονός που συνέβη στη Στρέζοβα ήταν η Συνέλευση των 17 Χωριών του “Διαμερίσματος Λειβαρτζίου” στις 22 Νοεμβρίου 1823 όπου δια των αντιπροσώπων τους υπέγραψαν «Ιστορικό Σύμφωνο» για την προσφορά όλων στον Ιερό Αγώνα του Έθνους.

 

«Μετά την επανάσταση του 1821»

Σύμφωνα με το από 27 Δεκ. 1833 Βασιλικό Διάταγμα δια του οποίου έγινε η πρώτη διοικητική διαίρεση του κράτους:

Η Στρέζοβα ανήκε στον Δήμο Αροανίας έως το 1836 και από το 1836 έως το 1841 στο Δήμο Παΐων όπου αποτελούσε την έδρα του δήμου.

Το 1841 συγχωνεύτηκε και πάλι εις τον Δήμο Αροανίας μέχρι το 1870.

Από τις 11 Ιανουαρίου 1870 όπου δια Βασιλικού Διατάγματος έγινε νέα διαίρεση αποσπάσθηκαν και απετέλεσαν ιδιαίτερο «Δήμο Παΐων», η Στρέζοβα ως πρωτεύουσα και τα χωριά Νάσια, Βεσίνι, Σκούπι, Τσαρούχλι και Μαμαλούκα μέχρι το 1912.

Από το 1912 με το νόμο ΔΝΖ’ (4057) της 14 Φεβρουαρίου 1912 «Περί συστάσεως Δήμων και Κοινοτήτων» η Στρέζοβα αποτέλεσε «κοινότητα», περιλαμβάνουσα και τη Μαμαλούκα, τα δε άλλα τέσσερα χωριά έγιναν ιδιαίτερες κοινότητες, όπως αργότερα (1946) έγινε και η Μαμαλούκα.

Στις 29 Ιουλίου 1928 με Διάταγμα του Προέδρου της Δημοκρατίας Παύλου Κουντουριώτη, ονομάστηκε Δάφνη, ύστερα από πρόταση του τότε αείμνηστου Προέδρου Αριστόβουλου Ν. Παπαχαραλάμπους και ιδέα του αείμνηστου διδασκάλου Κωνσταντίνου Τερζή.

Δάφνη, έλεγαν την ξακουσμένη κόρη του ποταμού μας Λάδωνα, για την οποία θα πούμε πολλά παρακάτω.

Το 1946 στις 26 Σεπτεμβρίου η Κοινότητα Δάφνης έγινε Δήμος Δάφνης.

Από το 1999 σύμφωνα με το νόμο 2539/97 περί συνένωσης δήμων και κοινοτήτων (Καποδίστριας), αποτέλεσαν τον «Δήμο ΠΑΪΩΝ», η Δάφνη ως έδρα και τα χωριά Πάος, Σκοτάνη, Χόβολη, Πεύκο, Νάσια & Αμυγδαλιά μέχρι 31-12-2010.

Τέλος το 2011 με το Ν. 3852/2010 που έγινε νέα συνένωση Δήμων & Κοινοτήτων (Καλλικράτης), η Δάφνη αποτελεί κοινότητα της Δημοτικής Ενότητας Παΐων, του διευρυμένου «Δήμου Καλαβρύτων» (πρώην επαρχία Καλαβρύτων).

 

«Μυθολογία»

Ένας από τους κορυφαίους μύθους είναι αυτός του τραγοπόδαρου θεού Πάνα και της νύμφης Σύριγγας. Ο Πάνας περιφερόταν συχνά στην περιοχή του Λάδωνα. Όταν είδε εκεί την ωραία νύμφη άρχισε να την κυνηγά και την πλησίασε. Τότε αυτή εξαντλημένη, έφτασε στις όχθες του ποταμού και παρακάλεσε τον Λάδωνα να την βοηθήσει. Εκείνος, μόλις είδε τον Πάνα να την πλησιάζει, την μεταμόρφωσε σε καλαμιά. Τότε ο Πάνας έκοψε μερικά καλάμια, τα ένωσε μεταξύ τους και σχημάτισε το δικό του χαρακτηριστικό σε μορφή και ήχο μουσικό όργανο που ονομάστηκε σύριγγα”.

Εδώ επίσης λουζόταν η θεά Δήμητρα και εδώ κυνηγούσε η θεά του κυνηγίου Άρτεμις.

Στο μέρος αυτό διαδραματίστηκε ο μύθος του Λεύκιππου που ντύθηκε γυναίκα, για να βρίσκεται κοντά στην αγαπημένη του νύμφη Δάφνη, πράξη που πλήρωσε με τη ζωή του, όταν αποκαλύφθηκε. Κοντά στην κοίτη του - στα όμορφα δάση του Σόρωνα που πιο πάνω ονομάζονται και Αφροδίσια όρη - η Αφροδίτη συναντιόταν με τον παράνομο εραστή της θεό Άρη. Στον ποταμό Λάδωνα έπιασε το ελάφι ο Ηρακλής μετά από επιτυχή καταδίωξη και εδώ ο θεός Απόλλωνας ερωτεύτηκε την κόρη του Λάδωνα, Δάφνη. Η Δάφνη μη μπορώντας να ξεφύγει από τον Απόλλωνα που την καταδίωκε, ικέτευσε τον πατέρα της τον Λάδωνα να την σώσει:

 

«Βοήθεια πατέρα, κράζει. Αν ποταμοί όπως εσύ, δύναμη έχουν θεϊκή, πάρτη μεγάλη μου ομορφιά και μεταμόρφωσέ με».

Δεν τελείωσε ακόμα την ευχή και μούδιασε το σώμα της, φλούδα βγάζει το στήθος της το ευγενικό και τα μαλλιά της γίνονται φυλλωσιά. Τα μπράτσα της κλωνάρια, τα πόδια της τα γοργοκίνητα στη γη με ρίζες ακούνητες κολλάνε και δενδροκορυφή η κεφαλή της γίνεται. Τίποτε από τα κάλλη της δεν έμεινε, εξόν του δένδρου η ομορφιά. Αλλά ακόμη την αγαπά ο Φοίβος (Φοίβος = Απόλλωνας θεός του φωτός και της μουσικής). Βάνει το χέρι στον κορμό και μια καρδιά ακούει να χτυπάει τους κλώνους αγκαλιάζει και τους γεμίζει με φιλιά. «Ε λοιπόν, της λέει ο θεός, αφού πια γυναίκα μου δεν μπορείς να είσαι, δένδρο μου γίνεσαι παντοτινό, πάντα δάφνη εσύ θα μου στολίζεις τα μαλλιά» και η δάφνη: «Τα βλαστάρια της χαμήλωσε και την κορυφή της κούνησε, σαν να ήτανε κεφάλι». Από τότε ο θεός Απόλλωνας με δάφνη είναι πάντοτε στεφανωμένος και το μαντείο των Δελφών την δάφνη έχει για σύμβολο της προφητικής του δύναμης. Για τον λόγο αυτό ονομάστηκε ΔΑΦΝΑΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝ.

 

«Τοποθεσία - Σύνορα»

Έχει ορίζοντα ανοικτό. Αντικριστά της ανατολής βλέπει το Δρακοβούνι, προς το Βορά πολύ μακριά τα Αροάνια Όρη αλλά η Δύση της είναι τελείως κλεισμένη από το δικό της το βουνό, όπως περίπου και ο Νότος.

Η περιφέρειά της συνορεύει προς Ανατολή με την Αρκαδία και ειδικότερα με τις Γορτυνιακές περιφέρειες Κερπινής και Γλανιτσιάς, από τις οποίες χωρίζεται με τον Λάδωνα. Προς το Νότο και τη Δύση με τις περιφέρειες της Πουρναριάς και της Ξεροκαρύταινας, όπου κι αυτές ανήκουν στον νομό Αρκαδίας. Προς Βορρά και Βορειοανατολικά με τις περιφέρειες των χωριών Αμυγδαλιά (Μαμαλούκα), Πεύκο (Τσαρούχλι), Χόβολη, Φίλια, Σκοτάνη (Κόκοβα).

 

«Κλίμα»

Το κλίμα της, είναι υγιεινό και ευχάριστο. Βρίσκεται σε ηλιόλουστη θέση από την ώρα της ανατολής του ηλίου έως το απόγευμα. Το χειμώνα δεν έχει υπερβολικό κρύο. Tο καλοκαίρι και κατά τη διάρκεια της ημέρας υπάρχει σχετική ζέστη αλλά από την δύση του ηλίου και μετά έχει όλη την δροσιά του ύψους της. Ο περίβολος της «Αγίας Τριάδας»  και του «Αγίου Χαραλάμπους», καθώς και η Κεντρική Πλατεία του χωριού έχουν διαμορφωθεί ως εξέδρες, απ’ όπου μαζί με το δροσερό αεράκι έχει κανείς και μια πανοραμική θέα προς το Δρακοβούνι και έως τον ορίζοντα στην οροσειρά των ΑροάνιωνΓια τους λόγους αυτούς καθώς και για την φιλοξενία των κατοίκων της ενδείκνυται για παραθερισμό.

 

 

«Πληθυσμός»

Η Στρέζοβα το 1205 επί Φράγκων ήταν ήδη μεγάλο χωριό, το ίδιο και επί Τουρκοκρατίας. Ελαττώθηκε σημαντικά (όπως και ολόκληρης της Πελοποννήσου) κατά τους φοβερούς διωγμούς που έγιναν μετά την αποτυχούσα επανάσταση του 1770 (Ορλωφικά) και κατά την διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Μετά την εθνική αποκατάσταση επανήρθε στον ρυθμό της φυσιολογικής αύξησης και ήταν πάντοτε (μέχρι το 1961) ο μεγαλύτερος οικισμός όχι μόνο της Επαρχίας Καλαβρύτων αλλά και ολόκληρης της Αχαΐας, μετά την Πάτρα και το Αίγιο.

Σε απογραφή του 1700 η Στρέζοβα αναφέρεται ως «Stressova» με 58 οικογένειες και ο πληθυσμός αναγράφετε στο κάτωθι πίνακα:

 

Ηλικίες

Άνδρες

Γυναίκες

Σύνολα

1 έως  16

76

41

117

16 έως  30

21

21

42

30 έως 40

20

30

50

40 έως 50

20

12

32

άνω των 50

17

15

32

 

154

119

273

 

 

Λοιπές απογραφές πληθυσμού από το 1835 έως 2011

 

Έτος

Κάτοικοι

1835

776

1851

1075

1879

1451

1889

1704

1896

1605

1907

1829

1920

2234

1928

2331

1940

2581

1951

2215

1961

1853

1981

1287

1991

1333

2001

1167

2011

421